Photo by Kirill Zharkiy on Unsplash
Μια Τρίτη πρωί ξεκινώντας για το πανεπιστήμιο.
Πέντε και ένα λεπτό. Από πάντα δεν άντεχα να βάζω ξυπνητήρι στο ακριβώς της ώρας. Στην προκειμένη περίπτωση δεν άντεχα να δω τον αριθμό τέσσερα. Ακόμα κι αν το ρολόι έδειχνε τέσσερις και πενήντα εννιά. Μου φαινόνταν εξαιρετικά νωρίς. Έτσι, και μόνο στην ιδέα ότι θα ξυπνήσω τόσο πρωί φρόντισα να πάω στο κρεβάτι από τις εννιά παρά, έτσι ώστε να έχω ένα οχτάωρο γεμάτο.
Πέντε και είκοσι πέντε έχω κλείσει πόρτα. Φερμουάρ, κουκούλα, μάσκα. Η μάσκα πάντα τελευταία.
Φοβάμαι την ώρα,αλλά και την σιωπή της ώρας. Ήμουν μόνο εγώ. Φτάνω στο μετρό. Γυαλιά γεμάτα υδρατμούς, ομπρέλες να στάζουν νερό. Η μάσκα πάντα τελευταία. Πρώτη καθυστέρηση. Αγχώνομαι ότι θα αργήσω. Κοιτάζω επίμονα την ώρα και υπολογίζω τον χρόνο μου για να φτάσω στο σταθμός της Liverpool Street. Eυτυχώς η καθυστέρηση διήρκησε μόνο 20’. Mind the gap και κάνω ένα μεγάλο βήμα να μην πέσω στο κενό. Το τρένο προς Cambridge σε καθυστέρηση. Αυτή την φορά αγχώνομαι λιγότερο. Δεν έχει ξημερώσει ακόμη. 6:28, αλλά υπάρχει ζωή που έχει ήδη ξεκινήσει να πορεύεται. Το τρένο μου έχει έρθει. Παρατηρώ, ακούω, μυρίζω καφέ. Ψάχνω να βρω μια άνετη θέση. Δεν ξέρω ποια να διαλέξω, γιατί είμαι μόνο εγώ. Μπορεί και δύο ακόμη σε αυτό το τρένο.
Αυτό που μου έκανε πάντα εντύπωση ήταν η συνέπεια του χρόνου στα τρένα. Μα πως είναι δυνατόν να καταγράφεται η ώρα αποχώρησης 6:28 π.μ. και 6:27 π.μ. να κλείνει πόρτες; Μα, αν κάποιος είναι στο τσακ να φτάσει, θα το χάσει δηλαδή; Πόσο σκληρό; Δεν έχουν μάθει να δίνουν δεύτερες ευκαιρίες;
Αυτές είναι οι πρώτες μου σκέψεις ενώ το τρένο έχει ήδη ξεκινήσει. Πάλι σκέφτομαι. Αυτή την φορά βλέπω και έξω από το παράθυρο εικόνες που δεν έχω ξαναδεί, αλλά που έχω συνειδητοποιήσει ότι θα βλέπω κάθε Τρίτη την ίδια ώρα. Μπορεί βέβαια να είναι και διαφορετικές.
Κάθομαι αναπαυτικά, φοράω ακουστικά και κλείνω τα μάτια με μια μάσκα που καλύπτει και το στόμα.