Ο Winnicott τόνισε την σημασία του παιχνιδιού ως το βασικό στοιχείο της ψυχικής υγείας σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου. Ο Winnicott (1971) έγραψε για την σύνδεση παιχνιδιού και δημιουργικότητας. Πίστευε ότι δεν υπάρχει θεραπεία αν ο πελάτης δεν παίζει , γιατί μέσα από το παιχνίδι ανακαλύπτει τον ίδιο του τον εαυτό. Οπαδός του μουσικού αυτοσχεδιασμού, ο Winnicott θεωρούσε ότι η μουσικοθεραπεία προωθεί την δημιουργικότητα, την έκφραση και έχει άμεση σχέση με το παιχνίδι.

Οι πρώτες σκέψεις που μπορεί να προκύψουν σχετικά με το παιχνίδι και τον αυτισμό είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα αυτιστικά παιδιά στο παιχνίδι. Αυτές οι δυσκολίες αφορούν κυρίως τις περιορισμένες κοινωνικές δεξιότητες, τη δυσκολία εξέφρασης συναισθημάτων και έλλειψη φαντασίας. Ωστόσο κάθε παίδι βρίσκει τους δικούς τους τρόπους δημιουργικότητας, εφευρετικότητας , αλληλεπίδρασης και ευχαρίστησης.

Η Oldfield σκιαγραφεί τη σημασία της παιχνιδιάρικης διάθεσης και του δράματος στη δουλειά της, μαζί με τη συνεργασία της με τους γονείς. Πολλές μητέρες αγωνίζονται να παίξουν και να διασκεδάσουν με τα παιδιά τους με αυτισμό λόγω τραυματικών εμπειριών όπως άγχος, απογοήτευση και άλλες δυσκολίες που έχουν περάσει. Παρόλα αυτά, οι μητέρες ενθαρρύνονται να συμμετέχουν στη διαδικασία της θεραπείας και να αλληλεπιδρούν μαζί με τα παιδιά τους. Παίζοντας οι μητέρες μπορούν να ξαναχτίσουν και να θυμηθούν την επιθυμία και την ικανότητά τους να παίζουν. Η θεωρία του Prevener (2000) βασίζεται στους παραλληλισμούς αλληλεπιδράσεων μητέρας-βρέφους και παιχνιδιάρικα μουσικά διαδραστικά παιχνίδια. Eνέπνευσε πολλούς από τους γονείς να διευκολύνουν τη σχέση με τα παιδιά τους, να επικεντρωθούν στις θετικές στάσεις ,αλλά και να αναπτύξουν τον συντονισμό και την εγγύτητα τους μέσα από παιχνιδιάρικες αλληλεπιδράσεις και μουσικές απαντήσεις. Επιπλέον, η Oldfield (2006) χαρακτήρισε τον τρόπο της δουλειάς της αρκετά θετικό, επειδή δίνει προτεραιότητα στις παιχνιδιάρικες και διασκεδαστικές αλληλεπιδράσεις, οι οποίες ενθαρρύνουν τα παιδιά και τους γονείς να βιώσουν διασκέδαση και άλλες προσωπικές στιγμές. Είναι αυτό που ονόμασε «διαδραστική μουσικοθεραπεία: μια θετική προσέγγιση» μέσω της αυτοσχέδιαστικής μουσικής.

Ένα ευρύ φάσμα μουσικών δραστηριοτήτων μπορεί να αναδείξει την ικανότητα του παιδιού να απολαμβάνει και να συνδέεται με ουσιαστικές μουσικές πτυχές. Ο Bruscia σε ένα απο τα βιβία του αναφέρεται στη σημαντική επίδραση των μουσικών παιχνιδιών στη μουσικοθεραπεία. Ο ίδιος αναφέρει ότι οι συνεδρίες μουσικοθεραπείας μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν διάφορα παιχνίδια ή δραστηριότητες παιχνιδιού που περιλαμβάνουν μουσική ή που προκύπτουν αυθόρμητα από μια παιχνιδιάρικη κατάσταση και που έχουν πραγματικά ωφέλη στη σωματική και ψυχική υγεία (Bruscia, 1998).

Βιβλιογραφία

Bruscia, K.E. (1998). Defining Music Therapy. Gilsum, NH: Barcelona Publishers

Oldfield, Amelia.; 2006. Interactive music therapy a positive approach: music therapy at a child development centre. London ; Philadelphia : Jessica Kingsley Publishers; 1st American pbk. ed.; 2006

Prevener, W. (2000) ‘Musical interaction and children with autism.’ In S. Powell (ed) Helping Children with Autism to Learn . London: David Fulton Publishers.
Schiller, F. (1969). Om menneskets estetiske oppdragelse [Human Aesthetic Upbringing]. Oslo: Mortensen.

Winnicott, D. W. (1971). Playing and Reality. London: Penguin Books.